φιλοικτίρμων

φιλοικτίρμων
φιλοικτίρμων
prone to pity
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φιλοικτίρμων — οίκτιρμον, Α 1. ο φιλεύσπλαγχνος 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλοί κτιρμον οίκτος για τους άλλους. επίρρ... φιλοικτιρμόνως Α με οίκτο, με έλεος. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + οἰκτίρμων «ελεήμων, φιλεύσπλαγχνος»] …   Dictionary of Greek

  • φιλοικτίρμον — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem voc sg φιλοικτίρμων prone to pity neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμονα — φιλοικτίρμων prone to pity neut nom/voc/acc pl φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτιρμόνως — φιλοικτίρμων prone to pity adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμονας — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμονες — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμονι — φιλοικτίρμων prone to pity dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμονος — φιλοικτίρμων prone to pity gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοικτίρμοσιν — φιλοικτίρμων prone to pity dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • щедролюбец — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;}  (φιλοικτίρμων) милосердный …   Словарь церковнославянского языка

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”